BRVTVS, Lhomond
Μορφοποιημένο κείμενο Μετάφραση
1. L. Iunius Brutus, sorore Tarquinii natus, cum eandem fortunam timeret in quam frater inciderat, qui ob diuitias et prudentiam fuerat ab auunculo occisus, stultitiam finxit, unde ‘Brutus’ dictus est.


profectus Delphos cum Tarquinii filiis, quos pater ad Apollinem muneribus honorandum miserat, baculo sambuceo aurum inclusum deo donum tulit.

peractis deinde mandatis patris, iuuenes Apollinem consuluerunt quisnam ex ipsis Romae regnaturus esset.

responsum est eum Romae summam potestatem habiturum, qui primus matrem oscularetur.
tunc Brutus, perinde atque casu prolapsus, terram osculatus est, quod ea communis sit mater omnium mortalium.

2. expulsis regibus, duo consules creati sunt, L. Iunius Brutus et L. Tarquinius Collatinus, Lucretiae maritus.

at libertas modo parta per dolum et proditionem paene amissa est.

erant in iuuentute Romana adulescentes aliquot, sodales Tarquiniorum, qui de accipiendis nocte in urbem regibus colloquuntur; ipsos Bruti consulis filios in societatem consilii assumunt.

sermonem eorum ex seruis unus excepit remque ad consules detulit.
scriptae ad Tarquinium litterae manifestum facinus fecerunt.

proditores in uincula coniecti sunt, deinde damnati.
stabant ad palum deligati iuuenes nobilissimi, sed prae ceteris liberi consulis omnium in se oculos conuertebant.

consules in sedem processere suam; missi lictores sceleratos iuuenes nudatos uirgis caedunt securique feriunt.

supplicii non spectator modo sed et exactor erat Brutus, qui tunc patrem exuit, ut consulem ageret.

3. Tarquinius deinde bello aperto regnum recuperare tentauit.
equitibus praeerat Aruns, Tarquinii filius; rex ipse cum legionibus sequebatur.
obuiam hosti consules eunt; Brutus ad explorandum cum equitatu antecessit.

Aruns, ubi Brutum agnouit, inflammatus ira, “ille est uir”, inquit, “qui nos patria expulit; en ille nostris decoratus insignibus magnifice incedit”.

tum concitat calcaribus equum atque in ipsum consulem dirigit; Brutus auide se certamini offert.

adeo infestis animis concurrerunt, ut ambo hasta transfixi ceciderint. tandem fugatus est Tarquinius.

alter consul Romam triumphans rediit et Bruti collegae funus, quanto potuit apparatu, fecit; Brutum matronae, ut parentem, annum luxerunt.


Ο Λεύκιος Ιούνιος Βρούτος, γιος της αδελφής του Ταρκύνιου, επειδή φοβόταν την ίδια τύχη στην οποία είχε περιπέσει ο αδελφός του, που είχει δολοφονηθεί από τον θείο τους εξαιτίας του πλούτου και της σύνεσής του, προσποιήθηκε ανοησία, κι από αυτό ονομάστηκε ‘Βρούτος’ (= βραδύνους).
Όταν πήγε στους Δελφούς με τους γιους του Ταρκύνιου, που ο πατέρας τους τούς είχε στείλει για να τιμήσει τον Απόλλωνα με προσφορές, πήγε δώρο στον θεό χρυσάφι που το είχε κρύψει μέσα σε ένα ραβδί από αφροξυλιά.
Έπειτα, αφού ολοκλήρωσαν τις παραγγελίες του πατέρα τους, οι νεαροί ρώτησαν τον Απόλλωνα ποιος από αυτούς επρόκειτο να βασιλεύσει στη Ρώμη.
Πήραν την απάντηση ότι την υπέρτατη εξουσία στη Ρώμη θα αποκτήσει αυτός που πρώτος θα φιλήσει τη μητέρα του.
Τότε ο Βρούτος, σαν να τάχα γλίστρησε, φίλησε τη γη, επειδή σκέφτηκε ότι αυτή είναι η κοινή μητέρα όλων των θνητών.

Αφού εκδιώχτηκαν οι βασιλείς, εκλέχτηκαν δύο ύπατοι, ο Λ. Ιούνιος Βρούτος και ο Λ. Ταρκύνιος Κολλατίνος, ο σύζυγος της Λουκρητίας.
Όμως η νεοαποκτημένη ελευθερία παραλίγο να χαθεί με δόλο και με προδοσία.
Στη ρωμαϊκή νεολαία υπήρχαν ορισμένοι νεαροί, σύντροφοι των Ταρκυνίων, οι οποίοι άρχισαν συζητήσεις για το πώς θα φέρουν τους βασιλείς νύχτα στην πόλη· κάνουν κοινωνούς του σχεδίου τους τούς ίδιους τους γιους του υπάτου Βρούτου.
Ένας από τους δούλους, άκουσε τα λόγια τους και αποκάλυψε την υπόθεση στους υπάτους. Μια επιστολή που είχε γραφεί προς τον Ταρκύνιο έκανε ολοφάνερο το έγκλημα.
Οι προδότες ρίχτηκαν στη φυλακή κι έπειτα καταδικάστηκαν. Νεαροί από αριστοκρατικότατες οικογένειες στέκονταν δεμένοι στον πάσαλο, αλλά πάνω από όλους οι γιοι του υπάτου έκαναν τα μάτια όλων να στραφούν επάνω τους.
Οι ύπατοι προχώρησαν στην έδρα τους. Εντεταλμένοι ραβδούχοι χτυπούν με ραβδιά τους εγκληματίες νεαρούς που τους είχαν γυμνώσει και τους σκοτώνουν με τσεκούρι.
Ο Βρούτος, ο οποίος τότε απεκδύθηκε τον ρόλο του πατέρα για να παίξει τον ρόλο του υπάτου, υπήρξε όχι μόνον θεατής αλλά και εκτελεστής της τιμωρίας.
Στη συνέχεια ο Ταρκύνιος προσπάθησε να ανακτήσει την εξουσία κηρύσσοντας πόλεμο.
Ο Άρουνς, ο γιος του Ταρκύνιου, ήταν επικεφαλής των ιππέων· ο ίδιος ο βασιλιάς ακολουθούσε με τις λεγεώνες. Οι ύπατοι βαδίζουν ενάντια στον εχθρό· προπορεύθηκε ο Βρούτος με το ιππικό για να κάνει ανίχνευση.
Μόλις αναγνώρισε τον Βρούτο, ο Άρουνς είπε, ξαναμμένος από οργή: «Ιδού ο άνθρωπος που μας εκδίωξε από την πατρίδα· να! εκείνος βαδίζει μεγαλόπρεπα στολισμένος με τα διάσημά μας.
Κεντρίζει τότε το άλογο με τα σπηρούνια και το κατευθύνει εναντίον του ίδιου του υπάτου· ο Βρούτος πρόθυμα ορμάει στη μάχη.
Συγκρούστηκαν με τόση εχθρότητα, ώστε σκοτώθηκαν και οι δύο κατατρυπημένοι από το δόρυ. Τελικά ο Ταρκύνιος τράπηκε σε φυγή.
Ο δεύτερος ύπατος επέστρεψε στη Ρώμη θριαμβευτής και έκανε την κηδεία του συνάρχοντά του Βρούτου με όση επιμέλεια μπόρεσε· οι Ρωμαίες γυναίκες έκλαψαν τον Βρούτο για έναν χρόνο, σαν πατέρα τους.