845-878, Θέογνις
Κείμενο Μετάφραση

845-846
εὖ μὲν κείμενον ἄνδρα κακῶς θέμεν εὐμαρές ἐστιν,
εὖ δὲ θέμεν τὸ κακῶς κείμενον ἀργαλέον.

847-850
λὰξ ἐπίβα δήμωι κενεόφρονι, τύπτε δὲ κέντρωι
ὀξέι καὶ ζεύγλην δύσλοφον ἀμφιτίθει∙
οὐ γὰρ ἔθ’ εὑρήσεις δῆμον φιλοδέσποτον ὧδε
ἀνθρώπων ὁπόσους ἠέλιος καθορᾶι.

851-852
Ζεὺς ἄνδρ’ ἐξολέσειεν Ὀλύμπιος, ὃς τὸν ἑταῖρον
μαλθακὰ κωτίλλων ἐξαπατᾶν ἐθέλει.

853-854
ἤιδεα μὲν καὶ πρόσθεν, ἀτὰρ πολὺ λώιον ἤδη,  
οὕνεκα τοῖς δειλοῖς οὐδεμί’ ἐστὶ χάρις.            

855-856
πολλάκις ἡ πόλις ἥδε δι’ ἡγεμόνων κακότητα
ὥσπερ κεκλιμένη ναῦς παρὰ γῆν ἔδραμεν.

857-860
τῶν δὲ φίλων εἰ μέν τις ὁρᾶι μέ τι δειλὸν ἔχοντα,
αὐχέν’ ἀποστρέψας οὐδ’ ἐσορᾶν ἐθέλει∙
ἢν δέ τί μοί ποθεν ἐσθλόν, ἃ παυράκι γίνεται ἀνδρί,
πολλοὺς ἀσπασμοὺς καὶ φιλότητας ἔχω.

861-864
οἵ με φίλοι προδιδοῦσι καὶ οὐκ ἐθέλουσί τι δοῦναι
ἀνδρῶν φαινομένων∙ ἀλλ’ ἐγὼ αὐτομάτη
ἑσπερίη Ï„’ ἔξειμι καὶ ὀρθρίη αὖτις ἔσειμι
ἦμος ἀλεκτρυόνων φθόγγος ἐγειρομένων.

865-868
πολλοῖς ἀχρήστοισι θεὸς διδοῖ ἀνδράσιν ὄλβον
ἐσθλόν, ὃς οὔτ’ αὐτῶι βέλτεορς οὐδὲν ἐὼν
οὔτε φίλοις∙ ἀρετῆς δὲ μέγα κλέος οὔποτ’ ὀλεῖται∙
αἰχμητὴς γὰρ ἀνὴρ γῆν τε καὶ ἄστυ σαοῖ.

869-872
ἔν μοι ἔπειτα πέσοι μέγας οὐρανὸς εὐρὺς ὕπερθεν
χάλκεος, ἀνθρώπων δεῖμα παλαιγενέων,
εἰ μὴ ἐγὼ τοῖσιν μὲν ἐπαρκέσω οἵ με φιλεῦσιν,
τοῖς δ’ ἐχθροῖς ἀνίη καὶ μέγα πῆμ’ ἔσομαι.

873-876
οἶνε, Ï„á½° μέν σ’ αἰνῶ, Ï„á½° δὲ μέμφομαι∙ οὐδέ σε πάμπαν
οὔτέ ποτ’ ἐχθαίρειν οὔτε φιλεῖν δύναμαι.
ἐσθλὸν καὶ κακόν ἐσσι. τίς ἂν σέ γε μωμήσαιτο,
τίς δ’ ἂν ἐπαινήσαι μέτρον ἔχων σοφίης;

877-878
ἥβα μοι φίλε θυμέ∙ τάχ’ αὖ τινες ἄλλοι ἔσονται  
ἄνδρες, ἐγὼ δὲ θανὼν γαῖα μέλαιν’ ἔσομαι.            

 

845-846
Εύκολο είναι να αλλάξουμε τη θέση ενός ανθρώπου από καλή σε κακή, δύσκολο, όμως, να διορθώσουμε το κακώς κείμενον.

847-850
Με τα πόδια σου ανέβα πάνω στον ανέμυαλο λαό, και με αιχμηρή βουκέντρα χτύπα τον και δέσε γύρω γύρω τον λαιμό του με ζεύγλη δυσβάστακτη· και δεν θα βρεις πια λαό τόσο φιλοδέσποτο ανάμεσα στους ανθρώπους που βλέπει ο ήλιος.

851-852
Ο Δίας ο Ολύμπιος να καταστρέψει αυτόν που τον σύντροφό του θέλει να εξαπατήσει μιλώντας του με λόγια ευγενικά.

853-854
Το γνώριζα, βέβαια, και πριν, μα τώρα το γνωρίζω πολύ καλύτερα, πως οι άθλιοι δεν ξέρουν καθόλου από ευγνωμοσύνη.

855-856
Πολλές φορές λόγω της κακοδαιμονίας των ηγεμόνων της κινδύνεψε η πόλη τούτη σαν πλοίο που έχασε την ισορροπία του και έπιασε ξηρά.

857-860
Αν κάποιος από τους φίλους μου βλέπει να μου συμβαίνει κάτι άσχημο, το πρόσωπό του αποστρέφει και δεν θέλει να με βλέπει· αν, όμως, μου τύχει από κάπου κάτι καλό, από αυτά που λίγες φορές συμβαίνουν στους ανθρώπους, τότε δέχομαι πολλούς ασπασμούς και περιποιήσεις.

861-864
Οι φίλοι με προδίδουνε και αρνούνται να μου δώσουν κάτι, όταν εμφανίζονται οι άνθρωποι· αλλά εγώ, από μόνη μου, βγαίνω το δείλι και μπαίνω την αυγή, όταν ακούγεται η φωνή του κόκκορα που σηκώνεται.

865-868
Σε πολλούς ανάξιους ανθρώπους δίνει ο θεός πλούσια αγαθά, τα οποία, καθώς δεν έχουν καμία αξία, δεν ωφελούν ούτε αυτούς ούτε τους φίλους τους· της αρετής το μέγα κλέος, όμως, δεν θα χαθεί ποτέ· γιατί αυτός που πολεμά, αυτός σώζει τη χώρα και την πόλη.

869-872
Να πέσει και να με πλακώσει ο μεγάλος κι ευρύς ουρανός, που βρίσκεται χάλκινος από πάνω μου, ο φόβος των χαμογέννητων ανθρώπων, αν εγώ δεν βοηθήσω αυτούς που με αγαπάνε και δεν προκαλέσω στεναχώρια και μεγάλη συμφορά στους εχθρούς μου.

873-876
Κρασί μου, για άλλα σε επαινώ, για άλλα σε μέμφομαι· δεν μπορώ ούτε τελείως να σε μισήσω ούτε να σε αγαπήσω. Είσαι καλό κι είσαι κακό· ποιος άνθρωπος, με σύνεσης μέτρο, θα μπορούσε να σου βρει ψεγάδι, και ποιος να σε επαινέσει;

877-878
Της νιότης τη χαρά ζήσε, καρδιά μου· σύντομα θα υπάρξουν άλλοι άνδρες, κι εγώ, νεκρός, θα βρίσκομαι στη μαύρη γη.