Κείμενο | Μετάφραση |
Amores 1. 21
strata, neque in lecto pallia nostra sedent, et vacuus somno2 noctem, quam longa, peregi, lassaque versati corporis ossa dolent? nam, puto, sentirem, siquo temptarer amore.3 an subit et tecta callidus arte nocet? sic erit; haeserunt tenues in corde sagittae, et possessa ferus pectora versat Amor. Cedimus, an subitum luctando accendimus ignem?4 cedamus! leve fit, quod bene fertur, onus. vidi ego iactatas mota face crescere flammas et rursus nullo concutiente mori. verbera plura ferunt, quam quos iuvat usus aratri, detractant prensi dum iuga prima boves. asper equus duris contunditur ora lupatis, frena minus sentit, quisquis ad arma facit. acrius invitos multoque ferocius urget quam qui servitium ferre fatentur Amor. En ego confiteor! tua sum nova praeda, Cupido; porrigimus victas ad tua iura manus. nil opus est bello--veniam pacemque rogamus; nec tibi laus armis victus inermis ero. necte comam myrto, maternas iunge columbas; qui deceat, currum vitricus ipse dabit, inque dato curru, populo clamante triumphum,7 stabis et adiunctas arte movebis aves. ducentur capti iuvenes captaeque puellae; haec tibi magnificus pompa triumphus erit. ipse ego, praeda recens, factum modo vulnus habebo5 et nova captiva vincula mente feram. Mens Bona ducetur manibus post terga retortis, et Pudor, et castris quidquid Amoris obest.6 omnia te metuent; ad te sua bracchia tendens vulgus 'io' magna voce 'triumphe!' canet.10 35 blanditiae comites tibi erunt Errorque Furorque, adsidue partes turba secuta tuas. his tu militibus superas hominesque deosque; haec tibi si demas commoda, nudus eris. Laeta triumphanti de summo mater Olympo 40 plaudet et adpositas sparget in ora rosas. tu pinnas gemma, gemma variante capillos11 ibis in auratis aureus ipse rotis. tunc quoque non paucos, si te bene novimus, ures; tunc quoque praeteriens vulnera multa dabis.45 non possunt, licet ipse velis, cessare sagittae; fervida vicino flamma vapore nocet. talis erat domita Bacchus Gangetide terra;8 tu gravis alitibus, tigribus ille fuit. Ergo cum possim sacri pars esse triumphi,50 parce tuas in me perdere, victor, opes! adspice cognati felicia Caesaris arma9 -- qua vicit, victos protegit ille manu. |
Î ÏŽÏ‚ να το εξηγήσω δεν ξÎÏω, για ποιο λόγο το στÏώμα τόσο σκληÏÏŒ μου φαίνεται, και το σκÎπασμα δεν λÎει να μείνει πάνω στο κÏεβάτι, και άυπνος Ï€ÎÏασα μια νÏχτα δίχως Ï„Îλος, με τα ταλαίπωÏα κόκαλά μου να πονοÏν στÏιφογυÏίζοντας μÎσα στο σώμα μου; Όμως, σκÎφτομαι, εάν από κάποιο ÎÏωτα δεχόμουν επίθεση, θα το καταλάβαινα Μήπως όμως Ïπουλα εισχώÏησε μÎσα μου και με την επιδεξιότητά του μ’ Îβλαψε κÏυφά; Αυτό θα είναι: ανάλαφÏα βÎλη καÏφώθηκαν στη καÏδιά μου, και ο άτεγκτος ΈÏωτας ζει εκεί, στο κατακτημÎνο στήθος μου. ΥποχωÏÏŽ ή, μήπως, Ï€Ïοβάλλοντας αντίσταση, τη φλόγα φουντώνω; Θα υποκÏψω! ΒάÏος που με καλή διάθεση κουβαλιÎται είναι ελαφÏÏτεÏο. Έχω δει φανό που λίγο ταλαντεÏτηκε να γίνεται φωτεινότεÏος και, αντίθετα, η φλόγα του χάνεται αν κανείς δεν τον κουνήσει . Τα βόδια που αντιστÎκονται όταν τα αÏπάζουν για το ζυγό ΥπομÎνουν πεÏισσότεÏο μαστίγωμα από εκείνοι που είναι συνηθισμÎνα στο άÏοτÏο. Το στόμα του αφηνιασμÎνου αλόγου είναι μωλωπισμÎνο από το σκληÏÏŒ χαλινάÏι, Το άλογο που υπακοÏει στα λουÏιά, αισθάνεται λιγότεÏο τα χαλινάÏια. Ο ÎÏωτας καταπιÎζει με μεγαλÏτεÏη σκληÏότητα και αγÏιότητα τους απÏόθυμους εÏαστÎÏ‚ παÏά εκείνους δÎχονται να υπομείνουν τη σκλαβιά του. Κοιτάξτε εγώ το ομολογώ! ΈÏωτα, είμαι το καινοÏÏιο σου Ï„Ïόπαιο: Τα δÎσμια χÎÏια μου εναποθÎτω στη δικαιοσÏνη σου. Δεν Îχω αποζητώ καθόλου τον πόλεμο – ΈÏχομαι αναζητώντας την ειÏήνη: καμία δόξα δεν σε πεÏιμÎνει αν κατακτήσεις άοπλους. ΓÏÏω από μαλλιά σου βάλε στεφάνι από μυÏτιά, ζÎψε τα πεÏιστÎÏια της μητÎÏας σου Ο πατÏιός σου ο ΆÏης ο ίδιος θα σου δώσει Îνα άÏμα, όπως σου ταιÏιάζει, Και τότε θα σταθείς, ενώ ο κόσμος επευφημεί το θÏίαμβό σου, Και με επιδεξιότητα θα χειÏίζεσαι τα ζεμÎνα πουλιά. ΜπÏοστά σου θα οδηγοÏνται αιχμάλωτοι νÎοι και αιχμάλωτα κοÏίτσια: εκείνη η πομπή θα είναι Îνας θαυμάσιος θÏίαμβος. Εγώ ο ίδιος, Ï€Ïόσφατο Ï„Ïόπαιο, μόλις θα Îχω πληγωθεί και με πνεÏμα/ψυχή αιχμαλώτου, θα κουβαλώ τις νÎες αλυσίδες μου. Î Ïώτη θα παÏελαÏνει η Συνείδηση, με τα χÎÏια δεμÎνα από πίσω, και η Αιδώς, και που οποιοσδήποτε αντιστάθηκε στην εκστÏατεία του ΈÏωτα. Όλοι θα σε φοβηθοÏν: Καθώς θα υποκλίνεται μπÏοστά σου Το πλήθος θα σου φωνάζει «εμπÏός για τον θÏίαμβο» Θα Îχεις ακόλουθους κόλακες, την Αυταπάτη και το Πάθος, το πλήÏωμα που σ’ ακολουθεί πάντα στο πλευÏÏŒ σου. Με αυτά τα στÏατεÏματα υπεÏνικάς θεοÏÏ‚ και ανθÏώπους Αν τους αφαιÏÎσεις το πλεονÎκτημά τους και θα είσαι γυμνός. ΥπεÏήφανη, η μητÎÏα σου θα επιδοκιμάσει το θÏίαμβό σου από τον υψηλό Όλυμπο, και θα σκοÏπίζει Ï„Ïιαντάφυλλα πάνω από το κεφάλι σου, Με τα λαμπεÏά φτεÏά, και με κοσμήματα στα μαλλιά, θα Ï€ÏοχωÏείς πάνω Îνα χÏυσό άÏμα, αστÏάφτοντας ολάκεÏος από χÏυσάφι. Και τότε ακόμα, εάν σε γνωÏίζω καλά, θα κάψεις με τη φλόγα σου αÏκετοÏÏ‚: Τότε επίσης στο Ï€ÎÏασμά σου θα πληγώσεις πολλοÏÏ‚. Κι αν ακόμα το θελήσεις, δεν θα μποÏÎσεις να σταματήσεις τα βÎλη σου. οι φλογεÏÎÏ‚ φλόγες σου καψαλίζουν τους γείτονÎÏ‚ σου. ΤÎτοιο ήταν ο Βάκχος στη χώÏα που κατÎκτησε ο Γάγκης: εσείς σÏÏθηκες από τα πουλιά, αυτός από τις τίγÏεις. Έτσι, λοιπόν, Î±Ï†Î¿Ï Î¸Î± είμαι μÎÏος του ιεÏÎ¿Ï Î¸Ïιάμβου σας, Îικητή, μη σπαταλάς τις δυνάμεις σου σε μÎνα Ï„ÏŽÏα! ΠάÏε παÏάδειγμα την ανοχή/ επιείκεια που δείχνει ο ΚαίσαÏας στον πόλεμο ÎŒ,τι κατακτά, το Ï€ÏοστατεÏει με τη δÏναμή του. |