1013-1040, Θέογνις
Κείμενο Μετάφραση

1013-1016
ἆ μάκαρ εὐδαίμων τε καὶ ὄλβιος, ὅστις ἄπειρος
ἄθλων εἰς Ἀΐδου δῶμα μέλαν κατέβη,
πρίν Ï„’ ἐχθροὺς πτῆξαι καὶ ὑπερβῆναί περ ἀνάγκηι
ἐξετάσαι τε φίλους ὅντιν’ ἔχουσι νόον.

1017-1022
αὐτίκα μοι κατὰ μὲν χροιὴ ῥέει ἄσπετος ἱδρώς,
πτοιῶμαι δ’ ἐσορῶν ἄνθος ὁμηλικίης
τερπνὸν ὁμῶς καὶ καλόν∙ ἐπὶ πλέον ὤφελεν εἶναι∙
ἀλλ’ ὀλιγοχρόνιον γίνεται ὥσπερ ὄναρ
ἥβη τιμήεσσα∙ Ï„ÏŒ δ’ οὐλόμενον καὶ ἄμορφον
αὐτίχ’ ὑπὲρ κεφαλῆς γῆρας ὐπερκρέμαται.

1023-1024
οὔποτε τοῖς ἐχθροῖσιν ὑπὸ ζυγὸν αὐχένα θήσω
δύσλοφον, οὐδ’ εἴ μοι Τμῶλος ἔπεστι κάρηι.

1025-1026
δειλοί τοι κακότητι ματαιότεροι νόον εἰσίν,
τῶν δ’ ἀγαθῶν αἰεὶ πρήξιες ἰθύτεραι.

1027-1028
ῥηϊδίη τοι πρῆξις ἐν ἀνθρώποις κακότητος,
τοῦ δ’ ἀγαθοῦ χαλεπὴ Κύρνε πέλει παλάμη.

1029-1036
τόλμα θυμὲ κακοῖσιν ὅμως ἄτλητα πεπονθώς∙
δειλῶν τοι κραδίη γίνεται ὀξυτέρη.
μηδὲ σύ γ’ ἀπρήκτοισιν ἐπ’ ἔργμασιν ἄλγος ἀέξων
αὔχει μηδ’ αἴσχεα∙ μηδὲ φίλους ἀνία,
μηδ’ ἐχθροὺς εὔφραινε. θεῶν δ’ εἱμαρμένα δῶρα
οὐκ ἂν ῥηϊδίως θνητὸς ἀνὴρ προφύγοι,
οὔτ’ ἂν πορφυρέης καταδὺς ἐς πυθμένα λίμνης,
οὔθ’ ὅταν αὐτὸν ἔχηι Τάρταρος ἠερόεις.

1037-1038
ἄνδρα τοί ἐστι’ ἀγαθὸν χαλεπώτατον ἐξαπατῆσαι,
ὡς ἐν ἐμοὶ γνώμη Κύρνε πάλαι κέκριται.

1038a-1038b
ἤιδεα μὲν καὶ πρόσθεν, ἀτὰρ πολὺ λώιον ἤδη,  
οὕνεκα τοῖς δειλοῖς οὐδεμί’ ἐστὶ χάρις.  

1039-1040
ἄφρονες ἄνθρωποι καὶ νήπιοι, οἵτινες οἶνον
μὴ πίνουσ’ ἄστροη καὶ κυνὸς ἀρχομένου.

1013-1016
Μακάριος, ευδαίμων κι ευτυχής, όποιος στα δώματα του Άδη κατεβεί χωρίς δοκιμασίες να γνωρίσει, προτού τρομάξει απ’ τους εχθρούς και αμαρτήσει από ανάγκη και μάθει για τους φίλους του τι σκέφτεται ο καθένας.

1017-1022
Αμέσως ρέει στο σώμα μου ατέλειωτος ιδρώτας, και τρομάζω που βλέπω το ευχάριστο και όμορφο ταυτόχρονα άνθος της νιότης· περισσότερο έπρεπε να διαρκεί· μα σύντομη σαν όνειρο είναι η νιότη η πολύτιμη· το δε καταραμένο κι άμορφο γήρας αμέσως κρέμεται πάνω από το κεφάλι.

1023-1024
Ποτέ δεν θα περάσω αφόρητο ζυγό στον αυχένα των εχθρών μου, ακόμη κι αν κάθεται στο κεφάλι μου ο Τμώλος.

1025-1026
Λόγω της αθλιότητάς τους οι κατώτεροι είναι και ανοητότεροι, των ευγενών, όμως, οι πράξεις πάντοτε είναι ευθύτερες.

1027-1028
Εύκολη είναι η πράξη της κακίας στους ανθρώπους, του αγαθού, όμως, το έργο, Κύρνε, είναι δύσκολο.

1029- 1036
Θάρρος, καρδιά μου, στις συμφορές, αν κι έχεις πάθει πάθη αφόρητα· γιατί των άθλιων η καρδιά πιο εύκολα ταράζεται. Για πράγματα απραγματοποίητα να μην καυχιέσαι, τρέφοντας έτσι τον πόνο σου και τη ντροπή σου· μήτε τους φίλους να στεναχωρείς, μήτε τους εχθρούς να ευφραίνεις. Άνθρωπος θνητός δεν θα μπορούσε εύκολα να αποφύγει τα δώρα που όρισαν οι θεοί, ούτε αν βυθισθεί στον πυθμένα θάλασσας σκοτεινής, ούτε όταν βρεθεί στον άραχλο Τάρταρο.

1037-1038
Είναι πολύ δύσκολο να εξαπατήσεις άνδρα αγαθό, όπως έχω καταλάβει εδώ και καιρό, Κύρνε.

1038a-1038b = 853-854
Το γνώριζα, βέβαια, και πριν, μα τώρα το γνωρίζω πολύ καλύτερα, πως οι άθλιοι δεν ξέρουν καθόλου από ευγνωμοσύνη.

1039-1040
Άφρονες και ανόητοι όσοι δεν πίνουνε κρασί όταν αρχίζει ο Σείριος.