Κείμενο | Μετάφραση |
ΠΑ 13.12 ΗΓΗΣΙΠΠΟΥ
ἘÏÏέτω á¼¦Î¼Î±Ï á¼ÎºÎµá¿–νο καὶ οá½Î»Î¿Î¼á½³Î½Î· σκοτόμαινα βÏόμος τε δεινὸς ἠνεμωμένης á¼Î»á½¹Ï‚͵
οἵ ποτε νῆ΄ á¼Îºá½»Î»Î¹ÏƒÎ±Î½Íµ á¼Ï†Î„ ἧς á½ Ï„á½° πολλὰ μελίφÏων ἈβδηÏίων ἄπÏηκτα θεοῖσιν εὔχετο·
ῥαίσθη Î³á½°Ï Î´Î¹á½° πάντα͵ Ï€Ïοσηνέχθη δὲ κλύδωνι Ï„Ïηχεῖαν εἰς ΣέÏιφον͵ αἰδοίων ὅθι
Ï€Ïοξείνων ὑπὸ χεÏσὶ λαχὼν πυÏὸς ἵκετο πάτÏην ἌβδηÏα κÏωσσῷ χαλκέῳ πεÏισταλείς.   |
ΚαταÏαμÎνη η μÎÏα εκείνη και η θανάσιμη σκοτεινιά και η φοβεÏή βοή της ανεμοδαÏμÎνης θάλασσας, που αναποδογÏÏισαν το καÏάβι, πάνω στο οποίο ο γλυκόψυχος ΑβδηÏίων Ï€Ïοσευχόταν μάταια στους θεοÏς· γιατί το πλοίο καταστÏάφηκε εντελώς και παÏασÏÏθηκε από την Ï„Ïικυμία στην απόκÏημνη ΣÎÏιφο, όπου ο ναυαγός Îχοντας βÏει την πυÏά από τα χÎÏια των ευσεβών Ï€ÏοξÎνων Îφτασε στην πατÏίδα του, τα ΆβδηÏα, πεÏιτυλιγμÎνος σε χάλκινη υδÏία. |