Amores 1. 5, Ovidius
Κείμενο Μετάφραση
Amores 1. 51

Aestus erat, mediamque dies exegerat horam;2
adposui medio membra levanda toro.3

pars adaperta fuit, pars altera clausa fenestrae;
quale fere silvae lumen habere solent,4

qualia sublucent fugiente crepuscula Phoebo,
aut ubi nox abiit, nec tamen orta dies.

illa verecundis lux est praebenda puellis,
qua timidus latebras speret habere pudor.

ecce, Corinna venit, tunica velata recincta,10
candida dividua colla tegente coma--

qualiter in thalamos famosa Semiramis5 isse
dicitur, et multis Lais6 amata viris.

Deripui tunicam--nec multum rara nocebat;
pugnabat tunica sed tamen illa tegi.

um ita pugnaret, tamquam quae vincere nollet,
victa est non aegre proditione sua.

ut stetit ante oculos posito velamine nostros,
in toto nusquam corpore menda7 fuit.

quos umeros, quales vidi tetigique lacertos!8
forma papillarum quam fuit apta premi!

quam castigato planus sub pectore venter!
quantum et quale latus! quam iuvenale femur!

Singula quid referam? nil non laudabile vidi
et nudam pressi corpus ad usque meum.

Cetera quis nescit?9 lassi requievimus ambo.
proveniant medii sic mihi saepe dies!11


Ήταν κατακαλόκαιρο –περασμένο μεσημέρι.
Καταμεσίς του κρεβατιού ξάπλωσα να ξεκουραστώ.

Το ένα παραθυρόφυλλο ήταν ανοιχτό, το άλλο κλειστό.
Το φως έμοιαζε με ’κείνο που έχουν συνήθως τα δάση.

Ήταν σαν το λυκόφως του δειλινού όταν ο ήλιος δύει
Ή όπως όταν η νύχτα φεύγει αλλά η μέρα δεν έχει ακόμη ανατείλει.

Τέτοιο φως ταιριάζει στα σεμνά κορίτσια
Που το θέλουν για να κρύψουν φόβο και ντροπή.

Και να! Ήρθε η Κορίννα φορώντας ανοιχτό πουκάμισο,
Τα μαλλιά της χωρισμένα στη μέση σκεπάζανε τον κάτασπρο λαιμό της;

Ήταν σαν τη Σεμίραμη που όμορφη, λένε, στα ανάκτορά της τριγυρνούσε
σαν τη Λαΐδα που πολλοί άνδρες ερωτεύτηκαν.

Διαμιάς τράβηξα το φόρεμά της –διάφανο καθώς ήταν δεν εμπόδιζε πολύ,
Όμως εκείνη με το φόρεμα αγωνιζόταν να σκεπαστεί.

Πάλευε όμως λες και δεν ήθελε να νικήσει
Κι έτσι, αφού πρόδωσε τον εαυτό της, ευχαρίστως υποτάχθηκε.

Σαν στάθηκε γυμνή μπρος στα μάτια μου,
σ’ όλο το σώμα της δεν υπήρχε το παραμικρό ψεγάδι:

Τι ώμοι, τι χέρια ήταν αυτά που είδα και άγγιξα!
Τα στήθη της προ(σ)κλητικά ωραία!

Ίσια γραμμή κάτω από τα στήθη της η κοιλιά της!
Τι ψηλό και λεπτό σώμα! Τι νεανικό πόδι!

Γιατί να τα λέω ένα-ένα; Τίποτε άσχημο δεν είδα
Και γυμνή πάνω στο σώμα μου την έσφιξα.

Τα υπόλοιπα ποιός δεν τα ξέρει; Κατάκοποι αποκοιμηθήκαμε
Μακάρι τέτοια μεσημέρια νάρχονται συχνά.