39-521
ΚÏÏνε, κÏει πόλις ἥδε, δÎδοικα δὲ μὴ Ï„Îκῃ ἄνδÏα
εá½Î¸Ï…ντῆÏα κακῆς ὕβÏιος ἡμετÎÏης.
ἀστοὶ μὲν Î³á½°Ï á¼”Î¸’ οἵδε σαόφÏονες, ἡγεμόνες δὲ
τετÏάφαται πολλὴν εἰς κακότητα πεσεῖν.
οá½Î´ÎµÎ¼Î¯Î±Î½ πω ΚÏÏν’ ἀγαθοὶ πόλιν ὤλεσαν ἄνδÏες∙
ἀλλ’ ὅταν ὑβÏίζειν τοῖσι κακοῖσιν ἅδῃ
δῆμόν τε φθείÏωσι δίκας Ï„’ ἀδίκοισι διδῶσιν
οἰκείων κεÏδÎων εἵνεκα καὶ κÏάτεος,
ἔλπεο μὴ δηÏὸν κείνην πόλιν ἀτÏεμίεσθαι,
μηδ’ εἰ νῦν κεῖται πολλῇ á¼Î½ ἡσυχίῃ,
εὖτ’ ἂν τοῖσι κακοῖσι φίλ’ ἀνδÏάσι ταῦτα γÎνηται,
κÎÏδεα δημοσίῳ σὺν κακῷ á¼Ïχόμενα.
á¼Îº τῶν Î³á½°Ï ÏƒÏ„Î¬ÏƒÎ¹ÎÏ‚ τε καὶ ἔμφυλοι φόνοι ἀνδÏῶν
μοÏναÏχοί τε∙ πόλει μήποτε τῇδε ἅδοι.2
|
39-52
ΚυοφοÏεί η πόλη τοÏτη, ΚÏÏνε, και φοβάμαι μήπως γεννήσει άνδÏα τιμωÏÏŒ και ελεγκτή της άθλιάς μας ÏβÏης. ΣώφÏονες είναι ακόμη οι αστοί ετοÏτοι, μα οι ηγεμόνες τείνουν να ÏιχτοÏν σε κακοδαιμονία μεγάλη. ÎœÎχÏι στιγμής, ΚÏÏνε, πόλη καμία δεν χάθηκε από τις Ï€Ïάξεις ανθÏώπων ευγενών· μα όταν οι φαÏλοι βÏίσκουνε χαÏά μÎσα στην ÏβÏη, και διαφθείÏουν το λαό και κÏίνουν και δικάζουν Ï…Ï€ÎÏ Ï„Ï‰Î½ αδίκων για το δικό τους όφελος και την ισχÏ, μια Ï„Îτοια πόλη μην ελπίζεις πως θα είναι γαλήνια για πολÏ, ακόμη κι αν είναι Ï€Î¿Î»Ï Î®ÏƒÏ…Ï‡Î· αυτή τη στιγμή, όταν αυτά είναι αÏεστά στους ταπεινοÏÏ‚, τα κÎÏδη που ÎÏχονται μαζί με τη δημόσια συμφοÏά. Γιατί από εδώ ξεκινάνε οι στάσεις και οι εμφÏλιοι πόλεμοι και οι μονάÏχες· ποτΠνα μην είναι αÏεστά αυτά στην πόλη τοÏτη.
|