1103-1134, Θέογνις
Κείμενο Μετάφραση

1103-1104
ὕβρις καὶ Μάγνητας ἀπώλεσε καὶ Κολοφῶνα
καὶ Σμύρνην∙ πάντως Κύρνε καὶ ὔμμ’ ἀπολεῖ.

1104a-1104b
δόξα μὲν ἀνθρώποισι κακὸν μέγα, πεῖρα δ’ ἄριστον∙ 
πολλοὶ ἀπείρητοι δόξαν ἔχουσ’ ἀγαθῶν.    

1105-1106
εἰς βάσανον δ’ ἐλθὼν παρατριβόμενός τε μολύβδωι
χρυσὸς ἄπεφθος ἐὼν καλὸς ἅπασιν ἔσηι.

1107-1108
ὤ μοι ἐγὼ δειλός∙ καὶ δὴ κατάχαρμα μὲν ἐχθροῖς,  
τοῖς δὲ φίλοισι πόνος δειλὰ παθὼν γενόμην.           

1109-1113
Κύρν’, οἱ πρόσθ’ ἀγαθοὶ νῦν αὖ κακοί, οἱ δὲ κακοὶ πρὶν 
νῦν ἀγαθοί. τίς κεν ταῦτ’ ἀνεχοιτ’ ἐσορῶν,    
τοὺς ἀγαθοὺς μὲν ἀτιμοτέρους, κακίους δὲ λαχόντας
τιμῆς; μνηστεύει δ’ ἐκ κακοῦ ἐσθλὸς ἀνήρ∙
ἀλλήλους δ’ ἀπατῶντες ἐπ’ ἀλλήλοισι γελῶσιν,  
οὔτ’ ἀγαθῶν μνήμην εἰδότες οὔτε κακῶν.    

1114a-1114b
πολλὰ δ’ ἀμηχανίηισι κυλίνδομαι ἀχνύμενος κῆρ∙  
ἀρχὴν γὰρ πενίης οὐχ ὑπερεδράμομεν.     

1115-1116
χρήματ’ ἔχων πενίην μ’ ὠνείδισας∙ ἀλλὰ Ï„á½° μέν μοι
ἔστι, Ï„á½° δ’ ἐργάσομαι θεοῖσιν ἐπευξάμενος.

1117-1118
Πλοῦτε, θεῶν κάλλιστε καὶ ἱμεροέστατε πάντων,
σὺν σοὶ καὶ κακὸς ὢν γίνεται ἐσθλὸς ἀνήρ.

1119-1122
ἥβης μέτρον ἔχοιμι, φιλοῖ δέ με Φοῖβος Ἀπόλλων,
Λητοίδης καὶ Ζεὺς ἀθανάτων βασιλεύς,
ὄφρα δίκηι ζώοιμι κακῶν ἔκτοσθεν ἁπάντων,
ἥβηι καὶ πλούτωι θυμὸν ἰαινόμενος.

1123-1128
μή με κακῶν μίμνησκε∙ πέπονθά τοι οἷά Ï„’ Ὀδυσσεύς,
á½…Ï‚ Ï„’ Ἀΐδεω μέγα δῶμ’ ἤλυθεν ἐξαναδύς.
ὃς δὴ καὶ μνηστῆρας ἀνείλεταο νηλέι θυμῶι
Πηνελόπης εὔφρων κουριδίης ἀλόχου,
á¼¥ μιν δήθ’ ὑπέμεινε φίλωι παρὰ παιδὶ μένουσα,
ὄφρά τε γῆς ἐπέβη †Î´ÎµÎ¹Î¼Î±Î»Î­Î¿Ï…Ï‚ τε μυχούς†.

1129-1132
ἐμπίομαι∙ πενίης θυμοφθόρου οὐ μελεδαίνω,
οὐδ’ ἀνδρῶν ἐχθρῶν οἵ με λέγουσι κακῶς.
ἀλλ’ ἥβην ἐρατὴν ὀλοφύρομαι, á¼¥ μ’ ἐπιλείπει
κλαίω δ’ ἀργαλέον γῆρας ἐπερχόμενον.

1133-1134
Κύρνε, παροῦσι φίλοισι κακοῦ καταπαύσομεν ἀρχήν,
ζητῶμεν δ’ ἕλκει φάρμακα φυομένωι.

1103-1104
Η ύβρις κατέστρεψε και τους Μάγνητες και την Κολοφώνα και τη Σμύρνη· σίγουρα, Κύρνε, θα καταστρέψει και εσάς.

1104a-1104b = 571-572
Η γνώμη είναι μεγάλο κακό για τους ανθρώπους, ενώ η γνώση ÏŒ,τι καλύτερο· πολλοί έχουν γνώμη για Ï„’ αγαθά χωρίς να έχουν γνώση.

1105-1106
Αν δίπλα σε μόλυβδο δοκιμαστείς δια τριβής κι αποδειχθείς καθαρός χρυσός, καλός θα κριθείς από όλους.

1107-1108
Αλίμονό μου, ο κακόμοιρος· πραγματικά, έχοντας πάθει συμφορές, περίγελος έγινα για τους εχθρούς και θλίψη για τους φίλους.

1109-1114 ≈ 57-60
Κύρνε, όσοι ήταν πριν ευγενείς τώρα είναι άθλιοι, κι αυτοί που ήταν άθλιοι πριν, τώρα ευγενείς. Ποιος θα το ανεχόταν να τα βλέπει αυτά, τους ευγενείς να τιμώνται λιγότερο και τους κατώτερους να δέχονται τιμές; Κι ο ευγενής μνηστεύεται κόρη κακού. Εξαπατώντας ο ένας τον άλλο γελούν ο ένας εις βάρος του άλλου, χωρίς να θυμούνται ούτε τα αγαθά ούτε τις συμφορές.

1114a-1114b ≈ 619-620
Μέσα σε συμφορές κυλιέμαι κι είναι η καρδιά μου θλιμμένη πολύ· γιατί δεν την περάσαμε ακόμη την αρχή της πενίας.

1115-1116
Έχοντας χρήματα με κατηγόρησες για φτώχεια· αλλά έχω κάποια, κι άλλα θα αποκτήσω με εργασία, αφού προσευχηθώ στους θεούς.

1117-1118
Πλούτε, πιο όμορφε και ποθητέ απ’ όλους τους θεούς, με σένα γίνεται ευγενής ακόμη κι ο κακός.

1119-1122
Της νιότης την ακμή να είχα, και την αγάπη του Φοίβου Απόλλωνα, γιου της Λητώς, και του Δία, του βασιλιά των αθανάτων, για να ζω δίκαια και μακριά από κάθε συμφορά, με νιότη και με πλούτο ευφραίνοντας την καρδιά μου.

1123-1128
Μη μου θυμίζεις τις συμφορές· έπαθα αυτά που έπαθε κι ο Οδυσσέας, που επέστρεψε αφού δραπέτευσε από το μέγα δώμα του Άδη. Αυτός, λοιπόν, με χαρά και δίχως έλεος σκότωσε και τους μνηστήρες της συζύγου του της Πηνελόπης, που χρόνια τον περίμενε μαζί με το παιδί της, ώσπου αυτός έφτασε στη χώρα (και στους φοβερούς μυχούς).

1129-1132
Θα πιω όσο να χορτάσω· για την πενία την ψυχοφθόρο δεν νοιάζομαι, ούτε για τους εχθρούς που με κακολογούν. Μα για την ποθητή τη νιότη θρηνώ, που με εγκαταλείπει, και για τα δύσκολα τα γηρατιά που φθάνουν κλαίω.

1133-1134
Κύρνε, για χάρη των φίλων μας που είναι εδώ ας σταματήσουμε την αρχή αυτής της συμφοράς, και βάλσαμο για το έλκος που δημιουργείται ας αναζητήσουμε.