1070a-1070b ≈ 877-878
Ζήσε τη χαÏά, καÏδιά μου· σÏντομα θα υπάÏξουν άλλοι άνδÏες, κι εγώ, νεκÏός, θα βÏίσκομαι στη μαÏÏη γη.
1071-1072 ≈ 213-214
ΚÏÏνε, ποικίλο χαÏακτήÏα δείχνε σε όλους τους φίλους σου, και Ï€ÏοσάÏμοζε τη διάθεσή σου Ï€Ïος τη διάθεση που Îχει ο καθÎνας τους.
1073-1074 ≈ 217-218
Τη μία τον Îναν να ακολουθείς, διαφοÏετικό Ï„Ïόπο να Îχεις την άλλη. Η εξυπνάδα είναι καλÏτεÏη κι απ’ τη μεγάλη αÏετή.
1075-1078
Είναι Ï€Î¿Î»Ï Î´Ïσκολο να γνωÏίζεις το Ï„Îλος μιας Ï€Ïάξης που δεν Îχει ακόμη Ï€Ïαγματοποιηθεί, πώς σκοπεÏει να την ολοκληÏώσει ο θεός· γιατί νÏχτας σκοτάδι απλώνεται· κι ο άνθÏωπος δεν μποÏεί να αντιληφθεί τα ÏŒÏια της αδυναμίας του Ï€Ïιν από το γεγονός που Ï€Ïόκειται να συμβεί.
1079-1080
ΚανÎναν από τους εχθÏοÏÏ‚ δεν θα κατηγοÏήσω, αν είναι ευγενής, οÏτε και φίλο θα επαινÎσω, αν είναι κακός.
1081-1082b ≈ 39-42
ΚυοφοÏεί η πόλη τοÏτη, ΚÏÏνε, και φοβάμαι μήπως γεννήσει αλαζόνα, ηγεμόνα εμφÏλιου σπαÏÎ±Î³Î¼Î¿Ï Ï†Î¿Î²ÎµÏοÏ. ΣώφÏονες είναι ακόμη οι αστοί ετοÏτοι, μα οι ηγεμόνες τείνουν να ÏιχτοÏν σε μεγάλη κακοδαιμονία.
1082c-1084 ≈ 87-90
Μη μ’ αγαπάς στα λόγια, και σκÎψεις κάνεις άλλες, αν είσαι φίλος και είναι η σκÎψη σου Îμπιστη, μα φίλος να είσαι με σκÎψη καθαÏή, ή άφησΠμε και μίσησΠμε, Î±Ï†Î¿Ï Ï€Ïώτα στα φανεÏά φιλονικήσεις μαζί μου. Έτσι Ï€ÏÎπει ο ευγενής, Î±Ï†Î¿Ï ÏƒÏ„ÏÎψει τη σκÎψη του στον φίλο του, να την διατηÏεί Îως το Ï„Îλος πάντα σταθεÏή.
1085-1086
Δημώνακτα, συ δυσκολεÏεσαι πολλά να υπομείνεις· γιατί δεν γνωÏίζεις να κάνεις αυτό που σου είναι ανεπιθÏμητο.
1087-1090
ΚάστοÏα και ΠολυδεÏκη, εσείς που κατοικείτε στη θεϊκή τη Λακεδαίμονα στου ΕυÏώτα τον καλλίÏÏοο ποταμό, κακό αν σκεφτώ ποτΠγια φίλο, εγώ ο ίδιος να το πάθω· αν το σκεφτεί εκείνος για μÎνα, διπλάσια να πάθει αυτός.
1091-1094
ΔυσκολεÏεται η καÏδιά μου όταν Ï€Ïόκειται για τη φιλία σου· γιατί οÏτε να σε μισώ, οÏτε να σ’ αγαπώ μποÏÏŽ, γνωÏίζοντας πως είναι δÏσκολο να μισείς κάποιον που είναι φίλος σου, δÏσκολο, όμως, και να τον αγαπάς χωÏίς να θÎλεις.
1095-1096
ΣκÎψου κανÎναν άλλο Ï„ÏŽÏα· γιατί εγώ δεν Îχω πια ανάγκη να το κάνω αυτό· για όσα Îκανα μÎχÏι Ï„ÏŽÏα να μου δείχνεις ευγνωμοσÏνη.
1097-1100
Όμοια με πουλί υψώνομαι πλÎον μÎσα από θάλασσα μεγάλη με φτεÏοÏγες, Îχοντας ξεφÏγει από άθλιο άνδÏα, τα βÏόχια σχίζοντας· κι ÎµÏƒÏ Ï€Î¿Ï… τη φιλία μου Îχασες θα καταλάβεις αÏγότεÏα τη συνετή μου σκÎψη.
1101-1102b ≈ 1278a-b + 539-540
Όποιος σε συμβοÏλευσε για μÎνα, και σε Ï€ÏοÎÏ„Ïεψε να φÏγεις και τη φιλία μας να εγκαταλείψεις, <αυτός ο άνδÏας, ΚÏÏνε μου, δεσμά σφυÏηλατεί για τον εαυτό του, αν δεν απατοÏν την κÏίση μου οι θεοί.>