2.1, TIBULLUS
Κείμενο Μετάφραση
Quisquis adest, faueat: fruges lustramus et agros,
ritus ut a prisco traditus extat auo.
Bacche, ueni, dulcisque tuis e cornibus uua
pendeat, et spicis tempora cinge, Ceres.
luce sacra requiescat humus, requiescat arator,
et graue suspenso uomere cesset opus.
soluite uincla iugis: nunc ad praesepia debent
plena coronato stare boues capite.
omnia sint operata deo: non audeat ulla
lanificam pensis imposuisse manum.
uos quoque abesse procul iubeo, discedat ab aris,
cui tulit hesterna gaudia nocte Venus.
casta placent superis: pura cum ueste uenite
et manibus puris sumite fontis aquam.
cernite, fulgentes ut eat sacer agnus ad aras
uinctaque post olea candida turba comas.
di patrii, purgarnus agros, purgamus agrestes:
uos mala de nostris pellite limitibus,
neu seges eludat messem fallacibus herbis,
neu timeat celeres tardior agna lupos.
tunc nitidus plenis confisus rusticus agris
ingeret ardenti grandia ligna foco,
turbaque uernarum, saturi bona signa coloni,
ludet et ex uirgis extruet ante casas.
euentura precor: uiden ut felicibus extis
significet placidos nuntia fibra deos?
nunc mihi fumosos ueteris proferte Falernos
consulis et Chio soluite uincla cado.
uina diem celebrent: non festa luce madere
est rubor, errantes et male ferre pedes.
sed 'bene Messallam' sua quisque ad pocula dicat,
nomen et absentis singula uerba sonent.
gentis Aquitanae celeber Messalla triumphis
et magna intonsis gloria uictor auis,
huc ades aspiraque mihi, dum carmine nostro
redditur agricolis gratia caelitibus.
rura cano rurisque deos. his uita magistris
desueuit querna pellere glande famem:
illi compositis primum docuere tigillis
exiguam uiridi fronde operire domum:
illi etiam tauros primi docuisse feruntur
seruitium et plaustro supposuisse rotam.
tum uictus abiere feri, tum consita pomus,
tum bibit inriguas fertilis hortus aquas,
aurea tum pressos pedibus dedit uua liquores
mixtaque securo est sobria lympha mero.
rura ferunt messes, calidi cum sideris aestu
deponit flauas annua terra comas.
rure leuis uerno flores apis ingerit alueo,
compleat ut dulci sedula melle fauos.
agricola adsiduo primum satiatus aratro
cantauit certo rustica uerba pede
et satur arenti primum est modulatus auena
carmen, ut ornatos diceret ante deos,
agricola et minio suffusus, Bacche, rubenti
primus inexperta duxit ab arte choros.
huic datus a pleno memorabile munus ouili
dux pecoris curtas auxerat hircus opes.
rure puer uerno primum de flore coronam
fecit et antiquis imposuit Laribus.
rure etiam teneris curam exhibitura puellis
molle gerit tergo lucida uellus ouis.
hinc et femineus labor est, hinc pensa colusque,
fusus et adposito pollice uersat opus:
atque aliqua adsiduae textrix operata mineruae
cantat, et a pulso tela sonat latere.
ipse quoque inter agros interque armenta Cupido
natus et indomitas dicitur inter equas.
illic indocto primum se exercuit arcu:
ei mihi, quam doctas nunc habet ille manus!
nec pecudes, uelut ante, petit: fixisse puellas
gestit et audaces perdomuisse uiros.
hic iuueni detraxit opes, hic dicere iussit
limen ad iratae uerba pudenda senem:
hoc duce custodes furtim transgressa iacentes
ad iuuenem tenebris sola puella uenit
et pedibus praetemptat iter suspensa timore,
explorat caecas cui manus ante uias.
a miseri, quos hic grauiter deus urget! at ille
felix, cui placidus leniter adflat Amor.
sancte, ueni dapibus festis, sed pone sagittas
et procul ardentes hinc precor abde faces.
uos celebrem cantate deum pecorique uocate
uoce: palam pecori, clam sibi quisque uocet.
aut etiam sibi quisque palam: nam rurba iocosa
obstrepit et Phrygio tibia curua sono.
ludite: iam Nox iungit equos, currumque sequuntur
matris lasciuo sidera fulua choro,
postque uenit tacitus furuis circumdatus alis
Somnus et incerto Somnia nigra pede.
Όποιος είναι παρών ας σωπάσει. Εξαγνίζουμε τους καρπούς και τους αγρούς, όπως σώζεται η συνήθεια που παραδόθηκε από τους αρχαίους μας προγόνους. Βάκχε, έλα, κρέμεται γλυκό σταφύλι από τα κέρατά σου, και Δήμητρα, ζώσε τους κροτάφους ου με στάχια. Η γη ησυχάζει στο ιερό φως, ο αγρότης ησυχάζει και η βαριά εργασία καθυστερεί μόλις κρεμαστεί το ύννι. Λύστε τα δεσμά από τους ζυγούς. Τώρα τα βόδια οφείλουν να σταθούν σε γεμάτο στάβλο με στεφανωμένο το κεφάλι. Όλα έχουν ετοιμαστεί για τον θεό. Καμιά να μην τολμήσει να θέσει τα δολοφονικά της χέρια πάνω στο έργο. Επιπλέον, διατάζω να στέκεται μακριά, να αποχωρήσει από τους βωμούς αυτός στον οποίο η Αφροδίτη έφερε χαρά τη χθεσινή νύχτα. Η αγνότητα αρέσει στους θεούς. Ελάτε με καθαρή έσθητα και με καθαρά χέρια πάρτε νερό από τις πηγές.
Δείτε, πως το ιερό αρνί προχωρά στους λαμπερούς βωμούς και το λαμπερό πλήθος έχει στεφανώσει τα μαλλιά του με ελιά.
Πατρώοι θεοί, εξαγνίζουμε τους αγρούς, εξαγνίζουμε τους αγρότες: εσείς διώξτε τις συμφορές από τα σύνορά μας και να μην εξαπατά η σπόριμη γη το θερισμό με χορτάρια που αποτυγχάνουν να βλαστήσουν, ούτε τα αργά αρνιά μας να φοβούνται τους γρήγορους λύκους. Τότε ο κομψός αγρότης, έχοντας εμπιστοσύνη στους γεμάτους αγρούς φέρνει στη φλεγόμενη εστία μεγάλα ξύλα και το πλήθος των οικογενειακών δούλων, αληθινά σημάδια του πλούτου, παίζει και χτίζει από πριν καλύβες από κλαδιά.
Προσεύχομαι επιτυχώς . Βλέπεις πώς τα ευνοϊκά σπλάχνα συκωτιού δείχνουν ότι οι θεοί είναι ευνοϊκοί;
τώρα φέρτε μου καπνισμένα Φαλερνικά κρασιά από την εποχή των παλιών υπάτων και λύστε τα δεσμά από τον πήλινο κάδο από τη Χίο. Κρασιά ας γιορτάσουν τη μέρα: δεν είναι ντροπή να μεθύσουμε κατά τη γιορτάσιμη μέρα και περιπλανώμενοι να στραβοπατάμε. Αλλά ο καθένας στο ποτήρι του ας λέει: “στην υγεία σου Μεσσάλλα, ονομαστέ από τους θριάμβους κατά του γένους των Ακουιτανών και νικητή, που φέρνεις μεγάλη δόξα στους ακούρευτους προγόνους, εδώ ας είσαι και ενέπνευσέ με ενόσω με το τραγούδι μου επανέρχεται η χάρη στους αγροτικούς θεούς.
Τραγουδάω τους αγρούς και τους θεούς του αγρού. Μ' αυτούς οδηγούς, η ζωή ξεσυνηθίζει να διώχνει την πείνα από την δρύινη βάλανο. Εκείνοι δίδαξαν πρώτα, αφού συναρμολογηθούν οι δοκοί, να επικαλύπτεται το μικρό σπίτι με ανθηρό φύλλωμα. Εκείνοι επιπλέον λέγεται ότι δίδαξαν πρώτοι τους ταύρους να υποτάσσονται και να μπαίνει ρόδα κάτω από την άμαξα. Τότε οι άγριοι τρόποι εξαφανίστηκαν, τότε φυτεύτηκε το καρποφόρο δέντρο, τότε ο εύφορος κήπος ήπιε το νερό που πότιζε. Τότε το χρυσό σταφύλι έδωσε υγρά, αφού πιέστηκε από τα πόδια και το νηφάλιο νερό αναμείχθηκε με το ξέγνοιαστο κρασί. Οι αγροί φέρνουν θερισμό, όταν στη φλογερή θερμότητα του ουρανού η γη κάθε χρόνο ρίχνει κάτω την ξανθιά της κόμη. Η γρήγορη μέλισσα συσσωρεύει στην κυψέλη της γύρω από τα ανοιξιάτικα λουλούδια, ώστε φιλόπονη να γεμίσει με γλυκό μέλι την κηρύθρα. Αγρότης, χορτασμένος, με όργωμα σταθερό, τραγουδούσε πρώτα με σίγουρο μέτρο αγροτικά τραγούδια και κορεσμένος από την ξηρασία ρυθμίζει πρώτα με τον αυλό ωδή, για να ψάλλει ενώπιον των καλλωπισμένων θεών. Και αγρότης, βαμμένος με κόκκινο κιννάβαρι, Βάκχε, πρώτος οδηγεί με ανειδίκευτη τέχνη τους χορούς. Σ' αυτόν αφού δοθεί αξιομνημόνευτο δώρο από γεμάτο μαντρί, τράγος της αγέλης, αυξάνει την ελλιπή δύναμη. Στον αγρό ένα παιδί πρώτο έφτιαξε στεφάνι από ανοιξιάτικα λουλούδια και το αφιέρωσε στους αρχαίους Λάρητες. Στον αγρό επίσης το λαμπρό πρόβατο φέρει στη ράχη του το απαλό μαλλί για να φροντίζει τις τρυφερές κοπέλες. Από εδώ προέρχονται ο γυναικείο μόχθος, από εδώ τα ημερήσια έργα και η ηλακάτη, η άτρακτος και το έργο στρέφεται αφού προστεθεί ο αντίχειρας και κάποια υφάντρια ασχολούμενη συνεχώς με το έργο της Αθηνάς τραγουδά και ο ιστός ηχεί από το πιεσμένο πλευρό.
Ο ίδιος ο Cupidus επίσης, λέγεται ότι γεννήθηκε ανάμεσα στους αγρούς και ανάμεσα στα κοπάδια και ανάμεσα στις αδάμαστες φοράδες. Εκεί πρώτα εξάσκησε το απαίδευτο τόξο. Αλίμονό μου, πόσο έμπειρα είναι τώρα τα χέρια του! Δε ζητά κοπάδια όπως πριν: Χαίρεται να τρυπά τις κοπέλες και να δαμάζει τους τολμηρούς άνδρες. Αυτός τραβά τα πλούτη μακριά από τους νέους, αυτός διατάζει τους γέρους να λένε αισχρά λόγια στο κατώφλι της οργισμένης κυρίας. Μ' αυτόν αρχηγό η κοπέλα μόνη υπερβαίνοντας κρυφά τους φρουρούς που βρίσκονταν εδώ και εκεί πηγαίνει στο νέο μέσα στα σκοτάδια. Δοκιμάζει το δρόμο με τα πόδια, ταλαντευόμενη από το φόβο, δοκιμάζει με το χέρι της προηγουμένως κρυφούς δρόμους. Α! Δύστυχοι, τους οποίους ο θεός πιέζει με δύναμη! Και ευτυχισμένος εκείνος, στον οποίο ο ήσυχος έρωτας έρχεται ήπια.
Ιερέ, έλα στα γιορτινά δείπνα, αλλά άσε τις σαϊτες και κρύψε μακριά από εδώ σε παρακαλώ τις φλογερές δάδες. Εσείς τραγουδάτε τον ένδοξο θεό καλέστε τον με τη φωνή σας στο κοπάδι: ο καθένας ας τον καλέσει φανερά στο κοπάδι, κρυφά στον εαυτό του. Ή ακόμα φανερά ο καθένας ο καθένας για τον εαυτό του. Γιατί το παιχνιδιάρικο πλήθος θορυβεί και ο κοίλος αυλός ηχεί με φρυγικό ήχο. Παίξτε: ήδη η νύχτα ζεύει τα άλογα, και τα ξανθά αστέρια ακολουθούν το άρμα της μητέρας με ακόλαστο χορό, και από πίσω έρχεται σιωπηλός ο Ύπνος με αβέβαιο πόδι, περιβαλλόμενος από κρυφά φτερά και μαύρα όνειρα.