Amores 1. 9, Ovidius
Κείμενο Μετάφραση
Amores 1. 91

Militat omnis amans, et habet sua castra Cupido;
Attice,2  crede mihi, militat omnis amans.
quae bello est habilis, Veneri quoque convenit aetas.5
turpe senex miles, turpe senilis amor.
quos petiere duces animos in milite forti,
hos petit in socio bella puella6  viro.
pervigilant ambo; terra requiescit uterque--
ille fores dominae servat, at ille ducis.
militis officium longa est via; mitte puellam,7 
strenuus exempto fine sequetur amans. 
ibit in adversos montes duplicataque nimbo
flumina, congestas exteret ille nives,
nec freta pressurus tumidos causabitur Euros
aptaque verrendis sidera quaeret aquis.
quis nisi vel miles vel amans et frigora noctis
et denso mixtas perferet imbre nives?
mittitur infestos alter speculator in hostes;
in rivale oculos alter, ut hoste, tenet.
ille graves urbes, hic durae limen amicae8 
obsidet; hic portas frangit, at ille fores.
Saepe soporatos invadere profuit hostes
caedere et armata vulgus inerme manu.
sic fera Threicii ceciderunt agmina Rhesi3 ,
et dominum capti deseruistis equi.
nempe maritorum somnis utuntur amantes,
et sua sopitis hostibus arma movent.4 
custodum transire manus vigilumque catervas
militis et miseri semper amantis opus.
Mars dubius nec certa Venus; victique resurgunt,12 
quosque neges umquam posse iacere, cadunt.
Ergo desidiam quicumque vocabat amorem,
desinat. ingenii est experientis amor.
ardet in abducta Briseide magnus Achilles11 --
dum licet, Argeas frangite, Troes, opes!
Hector ab Andromaches conplexibus ibat ad arma,13 
et, galeam10  capiti quae daret, uxor erat.14 
summa ducum, Atrides, visa Priameide fertur
Maenadis effusis obstipuisse comis. 
Mars quoque deprensus fabrilia vincula sensit;15 
notior in caelo fabula nulla fuit.
ipse ego segnis eram discinctaque in otia natus;
mollierant animos lectus et umbra meos.9 
inpulit ignavum formosae cura puellae
iussit et in castris aera merere suis.
inde vides agilem nocturnaque bella gerentem.
qui nolet fieri desidiosus, amet! 



Κάθ’ εραστής είναι και στρατιώτης, έχει κι ο έρωτας δικό του στρατόπεδο.
Πίστεψέ με, Αττικέ, κάθ’ εραστής είναι και στρατιώτης.

Όποιος για πόλεμο είναι ώριμος, είν’ ώριμος και για τον έρωτα:
Άσχημο πράγμα ο γέρος στρατιώτης, άσχημο πράγμα και του γέρου ο έρωτας.

Τα προσόντα που θέλουν οι αξιωματικοί από τους γενναίους στρατιώτες,
τα ίδια ζητάει η κοπέλα από τον σύντροφό της.

Εραστής και στρατιώτης μένουν ξάγρυπνοι και οι δυο, όπως και κοιμούνται και οι δυο στο χώμα.
Ο ένας προσέχει της καλής του την πόρτα, ο άλλος φυλάει σκοπιά έξω από το αρχηγείο.

Η πεζοπορία είναι δουλειά του στρατιώτη: σαν φύγει όμως και το κορίτσι,
Ακούραστος την ακολουθεί από πίσω της κι αγαπητικός της μέχρι τα πέρατα της γης.

Θα σκαρφαλώσει σ’ απότομα βουνά, θα βουτήξει σε φουσκωμένα από τη βροχή ποτάμια, θα διαβεί μέσα από πυκνό χιόνι.

Κι αν είναι να περάσει τα πέλαγα δεν θα τον σταματήσει ο Σιρόκος,
ούτε θα αναζητήσει τα άστρα εκείνα που θα του δείξουνε τη ρότα.

Ποιός εκτός από τον στρατιώτη ή τον εραστή είναι ικανός
και την παγωνιά της νύχτας να αντέξει και τα χιόνια που εναλλάσσονται με τη νεροποντή;

Ο ένας αποστέλλεται κατάσκοπος σ’ εχθρικό στρατόπεδο
ο άλλος κοιτάζει προσηλωμένος τον αντίζηλο σαν νάναι εχθρός του.

Ο ένας πόλεις γερά οχυρωμένες πολιορκεί, ο άλλος της σκληρής ερωμένης του το κατώφλιֹπόρτες παραβιάζει ο ένας, πύλες ο άλλος.

Συχνά κρίνεται ωφέλιμο να πιάσεις τον εχθρό στον ύπνο
και μ’ οπλισμένο χέρι να χτυπήσεις το άοπλο πλήθος.

Κάπως έτσι του Ρήσου του Θρακιώτη νικήθηκαν τα άγρια στρατεύματα
και τα κλεμμένα άλογα εγκατέλειψαν το αφεντικό τους.

Έτσι κι οι εραστές εκμεταλλεύονται τον ύπνο των συζύγων
και, ενώ οι εχθροί κοιμούνται, μετέρχονται τα δικά τους όπλα.

Ο δόλιος ο εραστής κι ο στρατιώτης έχουν την ίδια πάντα αποστολή:
μέσα από πλήθη φρουρών και σκοπών να ξεγλιστρούν.

Αβέβαιος ο Άρης (πόλεμος), καθόλου σίγουρη η Αφροδίτη (έρωτας): οι νικημένοι επανακάμπτουν, και γκρεμίζονται αυτού που θεωρούσες αχτύπητους.

Όποιος λοιπόν τον έρωτα τεμπέλικη υπόθεση τον νόμιζε
ας πάψει: γιατί ο έρωτας θέλει πείρα και εξυπνάδα.

Φλέγεται περίλυπος ο Αχιλλέας επειδή του πήραν του την Βρισηίδα,
όσο προλαβαίνετε, τους Έλληνες χτυπάτε τώρα Τρώες.

Ο Έκτορας από την αγκαλιά της Ανδρομάχης ευθύς στον πόλεμο τραβούσε,
η ίδια η σύζυγος τού φόραγε το κράνος στο κεφάλι.

Λέγεται ότι ο αρχιστράτηγος Αγαμέμνονας θαμπώθηκε από έρωτα
μόλις είδε την κόρη του Πριάμου σαν Μαινάδα με ανάκατα μαλλιά.

Κι ο Άρης ακόμα ένιωσε τις αλυσίδες του σιδερά μόλις τον συνέλαβαν επ’ αυτοφώρω
Κανένα σκάνδαλο δεν υπήρξε πιο γνωστό στον ουρανό.

Εγώ ο ίδιος ήμουν νωθρός και γεννημένος να μην κάνω τίποταֹ
ο ύπνος και η σκιά μου μ’ είχαν καταντήσει μαλθακό

Όμως το ενδιαφέρον μου για ένα όμορφο κορίτσι έδιωξε τη ραθυμία μου,
και νάμαι τώρα σ’ ενεργό υπηρεσία.

Γι’ αυτό με βλέπεις αεικίνητο ολονυχτίς να πολεμάω:
Όποιος δεν θέλει τεμπέλης να καταντήσει, ας ερωτευθεί.