549-554
Ένας άφωνος άγγελος, ΚÏÏνε, φανεÏός στην ευδιάκÏιτη σκοπιά, εγείÏει πόλεμο πολυδάκÏυτο. Χαλίνωσε τα γοÏγόφτεÏνα άλογα· θαÏÏÏŽ πως θα αναμετÏηθοÏμε με τους εχθÏοÏÏ‚ – δεν μας χωÏίζει πολλή γη – θα πεÏάσουνε τον δÏόμο, αν δεν απατοÏν την κÏίση μου οι θεοί.
555-560
Όποιος βÏίσκεται σε πόνο δÏσκολο Ï€ÏÎπει να δείχνει θάÏÏος, κι απ’ τους θεοÏÏ‚ τους αθανάτους να ζητεί τη λÏÏ„Ïωση. ΣκÎψου όμως: ο κλήÏος σου ισοÏÏοπεί στην άκÏη του ξυÏαφιοϷ άλλοτε θα Îχεις πολλά, άλλοτε λιγότεÏα, Îτσι ώστε μήτε Ï€Î¿Î»Ï Ï€Î»Î¿Ïσιος να γίνεις σε αγαθά, μήτε πάλι να ÎÏθεις σε μεγάλη Îνδεια.
561-562
Îα ήταν από τα χÏήματα των εχθÏών μου άλλα να Îχω εγώ ο ίδιος κι άλλα πολλά να δώσω στους φίλους μου.
563-566
Î ÏÎπει να Ï€Ïοκαλείσαι σε δείπνο, κι εκεί να κάθεσαι δίπλα σε άνδÏα ευγενή που γνωÏίζει όλη τη σοφία. Αυτόν να ακοÏÏ‚, όταν λÎει κάτι σοφό, για να διδαχθείς, και το κÎÏδος αυτό Îχοντας κεÏδίσει να επιστÏÎφεις σπίτι σου.
567-570
ΧαίÏομαι με τη νιότη και παίζω· γιατί για Ï€Î¿Î»Ï ÎºÎ±Î¹ÏÏŒ, Î±Ï†Î¿Ï Ï‡Î¬ÏƒÏ‰ Ï€Ïώτα την ψυχή μου, θα βÏίσκομαι κάτω από τη γη σαν Ï€ÎÏ„Ïα άφωνη, και το λατÏευτό το φως του ήλιου θα το εγκαταλείψω· κι ενώ είμαι ευγενής, δεν θα βλÎπω τίποτα πια.
571-572
Η γνώμη είναι μεγάλο κακό για τους ανθÏώπους, ενώ η γνώση ÏŒ,τι καλÏτεÏο· πολλοί Îχουν γνώμη για Ï„’ αγαθά χωÏίς να Îχουν γνώση.
573-574
ΕυεÏγετώντας να ευτυχείς· γιατί θα Îστελνες άλλον αγγελιοφόÏο; Η αγγελία της ευεÏγεσίας είναι εÏκολη.
575-576
Με Ï€Ïοδίδουνε οι φίλοι, γιατί αποφεÏγω τον εχθÏÏŒ όπως αποφεÏγει ο κυβεÏνήτης του πλοίου τις υφάλους.
577-578
«Î ιο εÏκολο να κάνεις τον καλό κακό παÏά τον κακό καλό» - μη με διδάσκεις· δεν είμαι σε ηλικία να μαθαίνω.
579-582
Μισώ τον κακό άνδÏα, αυτόν που Îχει το ελαφÏÏ Î¼Ï…Î±Î»ÏŒ μιας μικÏής κότας, και Î±Ï†Î¿Ï ÎºÎ±Î»Ïψω την κεφαλή μου τον Ï€ÏοσπεÏνώ· μισώ και τη γυναίκα που σουÏτουκεÏει και τον άνδÏα τον λαίμαÏγο που θÎλει να σπείÏει ξÎνη γη.
583-584
Όσα Îγιναν δεν υπάÏχει Ï„Ïόπος να ξεγίνουν· αυτά που μÎλλονται να γίνουν, αυτά Ï€ÏÎπει να φÏοντίζουμε.