523-526
ΠλοÏτε, δεν σε τιμοÏνε άδικα οι βÏοτοί πεÏισσότεÏο από κάθε άλλον· γιατί Ï€Ïαγματικά εÏκολα υπομÎνεις την κακοδαιμονία. Και βÎβαια ταιÏιάζει τον πλοÏτο να τον Îχουν οι ευγενείς, ενώ η πενία είναι κατάλληλη για τον κακό τον άνδÏα.
527-528
Αχ ο καημÎνος μου, για τη νιότη και τα καταÏαμÎνα γηÏατιά: ετοÏτα πλησιάζουνε κι εκείνη φεÏγει.
529-530
Φίλο και σÏντÏοφο πιστό δεν Ï€Ïόδωσα κανÎναν, οÏτε κι υπάÏχει στην ψυχή τίποτα δουλικό.
531-534
Πάντα χαίÏεται η καÏδιά μου, σαν ακοÏσω την όλο πόθο φωνή των αυλών που Ï„ÏαγουδοÏν· και χαίÏομαι Ï€Î¿Î»Ï Î½Î± πίνω και να Ï„Ïαγουδώ μαζί με τον αυλητή, χαίÏομαι και να κÏατώ στα χÎÏια μου την καλλίφθογγη λÏÏα.
535-538
Η δουλική η κεφαλή ποτΠδεν υπήÏξε εκ φÏσεως ευθεία, μα πάντα σκολιά, κι Îχει λοξό αυχÎνα. Γιατί οÏτε από το σκιλλοκÏόμμυδο γενιοÏνται ποτΠÏόδα κι υάκινθος, κι οÏτε από δοÏλα Ï„Îκνο ελεÏθεÏο.
539-540
Αυτός ο άνδÏας, ΚÏÏνε μου, δεσμά σφυÏηλατεί για τον εαυτό του, αν δεν απατοÏν την κÏίση μου οι θεοί.
541-542
Φοβάμαι, ΠολυπαÎδη, μήπως την καταστÏÎψει τοÏτη εδώ την πόλη η ÏβÏις που κατÎστÏεψε και τους ΚενταÏÏους τους ωμοφάγους.
543-546
Αυτήν τη δίκη, ΚÏÏνε, Ï€ÏÎπει να τη δικάσω με το αλφάδι και τον γνώμονα, κι ίσα να δώσω και στα δÏο μÎÏη, Î±Ï†Î¿Ï Ï‡Ïησιμοποιήσω μάντεις και οιωνοÏÏ‚ και ιεÏά που καίγονται, για να μην φÎÏω το άχαÏο όνειδος του σφάλματος.
547-548
ΠοτΠμην πιÎζεις κάποιον κάνοντάς του κακό· για τον δίκαιο άνθÏωπο, τίποτα δεν είναι καλÏτεÏο από την ευεÏγεσία. )( West