439-466, Θέογνις
Κείμενο Μετάφραση

439-4401
νήπιος, ὃς τὸν ἐμὸν μὲν ἔχει νόον ἐν φυλακῇσιν,
   τῶν δ’ αὐτοῦ ἰδίων οὐδὲν ἐπιστρέφεται.

441-4462
οὐδεὶς γὰρ πάντ’ ἐστὶ πανόλβιος∙ ἀλλ’ ὁ μὲν ἐσθλὸς 
   τολμᾷ ἔχων τὸ κακὸν κοὐκ ἐπίδηλος ὅμως,                      
δειλὸς δ’ οὔτ’ ἀγαθοῖσιν ἐπίσταται οὔτε κακοῖσιν                           
   θυμὸν ἔχων μίμνειν. ἀθανάτων δὲ δόσεις             
παντοῖαι θνητοῖσιν ἐπέρχοντ’∙ ἀλλ’ ἐπιτολμᾶν                           
   χρὴ δῶρ’ ἀθανάτων οἷα διδοῦσιν ἔχειν.            

447-4523
εἴ μ’ ἐθέλεις πλύνειν, κεφαλῆς ἀμίαντον ἀπ’ ἄκρης
   αἰεὶ λευκὸν ὕδωρ ῥεύσεται ἡμετέρης,
εὑρήσεις δέ με πᾶσιν ἐπ’ ἔργμασιν ὥσπερ ἄπεφθον
   χρυσόν, ἐρυθρὸν ἰδεῖν τριβόμενον βασάνῳ,
τοῦ χροιῆς καθύπερθε μέλας οὐχ ἅπτεται ἰὸς
   οὐδ’ εὐρώς, αἰεὶ δ’ ἄνθος ἔχει καθαρόν.

453-4564
ὦνθρωπ’, εἰ γνώμης ἔλαχες μέρος ὥσπερ ἀνοίης
   καὶ σώφρων οὕτως ὥσπερ ἄφρων ἐγένου,
πολλοῖς ἂν ζηλωτὸς ἐφαίνεο τῶνδε πολιτῶν
   οὕτως ὥσπερ νῦν οὐδενὸς ἄξιος εἶ.

457-4605
οὔτοι σύμφορόν ἐστι γυνὴ νέα ἀνδρὶ γέροντι∙
   οὐ γὰρ πηδαλίῳ πείθεται ὡς ἄκατος,
οὐδ’ ἄγκυραι ἔχουσιν∙ ἀπορρήξασα δὲ δεσμὰ
   πολλάκις ἐκ νυκτῶν ἄλλον ἔχει λιμένα.

461-4626
μήποτ’ ἐπ’ ἀπρήκτοισι νόον ἔχε μηδὲ μενοίνα
   χρήμασι∙ τῶν ἄνυσις γίνεται οὐδεμία.

463-4647
εὐμαρὲς οἷς τοι χρῆμα θεοὶ δόσαν οὔτέ τι δειλὸν
   οὔτ’ ἀγαθόν∙ χαλεπῷ δ’ ἔργματι κῦδος ἔπι. 

465-4668
ἀμφ’ ἀρετῇ τρίβου, καί τοι Ï„á½° δίκαια φίλ’ ἔστω,
   μηδέ σε νικάτω κέρδος á½… Ï„’ αἰσχρὸν ἔῃ.

439-440
Ανόητος αυτός που με τις σκέψεις μου ασχολείται και δεν φροντίζει καθόλου τις δικές του.

441-446
Κανείς δεν είναι τελείως ευτυχής και σε όλα· μα ο ευγενής, στη συμφορά του δείχνει θάρρος και δεν την επιδεικνύει, ο φαύλος, όμως, δεν ξέρει πώς να μείνει εγκρατής και σταθερός ούτε στην ευτυχία ούτε στη δυστυχία. Κάθε είδους δώρα τυχαίνουν στους θνητούς από τους αθανάτους· όποια κι αν είναι αυτά, πρέπει κανείς να δείχνει θάρρος.

447-452
Αν θέλεις να με πλύνεις, από την κορυφή της κεφαλής μου θα ρέει πάντα αγνό, καθάριο το νερό, και θα διαπιστώσεις πως σε όλες μου τις πράξεις είμαι χρυσάφι ανόθευτο, που όταν το τρίψεις κόκκινο φαίνεται, και ούτε μούχλα ούτε σκουριά δεν πιάνει στην επιφάνειά του, μα έχει πάντοτε μια λάμψη καθαρή.

453-456
Άνθρωπέ μου, αν είχες τόση ποσότητα μυαλού όση έχεις ανοησίας, κι αν ήσουν σώφρων έτσι όπως είσαι άφρων, πολλοί από τούτους εδώ τους πολίτες θα σε θεωρούσαν αξιοζήλευτο, έτσι όπως τώρα δεν σε θεωρούν άξιο για τίποτα.

457-460
Διόλου κατάλληλη δεν είναι η νέα γυναίκα για γέρον άνδρα· γιατί δεν υπακούει στο πηδάλιο, όπως η άκατος, και ούτε και οι άγκυρες τη συγκρατούν· πολλές φορές τις νύχτες σπάει τα δεσμά και αράζει σε άλλο λιμάνι.

461-462
Ποτέ μη φροντίζεις, ποτέ μην παλεύεις για πράγματα ανέφικτα: ποτέ δεν πρόκειται να εκπληρωθούν.

463-464
Για όσους εύκολα βρήκαν αγαθά απ' τους θεούς, αδιάφορα είναι τούτα· το δύσκολο έργο, όμως, δόξα φέρνει.

465-466
Στην αρετή επάνω να κοπιάζεις και ό,τι είναι δίκαιο να αγαπάς, και να μην παρασύρεσαι από το κέρδος, σαν σε ντροπιάζει.