209-210
Κανείς δεν είναι φίλος και σÏντÏοφος πιστός σαν εξοÏίζεσαι· αυτό είναι πιο σκληÏÏŒ κι από την εξοÏία.
211-212
Άσχημο είναι να πίνει κανείς Ï€Î¿Î»Ï ÎºÏασί· μα αν το πίνει με γνώση, το κÏασί δεν είναι κακό, είναι αγαθό.
213-218
ΚαÏδιά μου, ποικίλο χαÏακτήÏα δείχνε σε όλους τους φίλους μου, και τη διάθεσή μου Ï€ÏοσάÏμοζΠτηνε Ï€Ïος τη διάθεση που Îχει ο καθÎνας. Του τετÏαπÎÏατου του Ï‡Ï„Î±Ï€Î¿Î´Î¹Î¿Ï Ï„Î¿Î½ χαÏακτήÏα κÏάτα, που σ’ όποιον βÏάχο κι αν κολλήσει, παίÏνει και τη μοÏφή του. Το χÏώμα αυτό πάÏε τη μια, αλλιώτικο την άλλη. Από την ακαμψία του νου καλÏτεÏη η εξυπνάδα.
219-220
Μην στεναχωÏιÎσαι πολÏ, ΚÏÏνε, με τις ταÏαχÎÏ‚ των πολιτών· τη μÎση οδό ν’ ακολουθείς, όπως εγώ.
221-226
Όποιος νομίζει πως ο πλησίον του τίποτα δεν γνωÏίζει και μόνος αυτός ξÎÏει από ποικίλα τεχνάσματα, αυτός είναι ανόητος, του λείπει το στÏωτό μυαλό· γιατί όλοι τα ίδια ποικίλα τεχνάσματα γνωÏίζουμε· άλλος, όμως, δεν θÎλει να ασχολείται με κÎÏδος κακό, και άλλος τη μεγαλÏτεÏη χαÏά τη βÏίσκει σε αναξιόπιστες δολοπλοκίες.
227-232
Πουθενά δεν μποÏοÏν οι άνθÏωποι να δουν το ÏŒÏιο του πλοÏτου· γιατί όσοι από εμάς Îχουν ήδη τη μεγαλÏτεÏη πεÏιουσία, δυο φοÏÎÏ‚ πιο Ï€Î¿Î»Ï Ï†Ïοντίζουνε. Ποιος θα μποÏοÏσε άÏαγε όλους να τους χοÏτάσει; Τα χÏήματα οδηγοÏν τους ανθÏώπους σε αφÏοσÏνη, και απ’ αυτήν γεννιÎται η καταστÏοφή, που όταν ο Δίας τη στείλει σε όσους κατατÏÏχονται, κάθε φοÏά και άλλος καταστÏÎφεται.
233-234
Ο ευγενής είναι η ακÏόπολη και ο Ï€ÏÏγος του ελαφÏόμυαλου λαοϷ κι όμως, λίγο τιμάται.
235-236
Δεν μας ταιÏιάζει πια να ζοÏμε σαν άνθÏωποι που σώζονται, ΚÏÏνε, μα σαν μια πόλη που Ï€Ïόκειται να αφανιστεί.